ΟΠΕΚΕΠΕ: Η πάλη και η Λάουρα Κοβέσι
Δεν είναι η πρώτη φορά που η χώρα πολεμάει τις δυνάμεις διάβρωσής της. Με μια ειδοποιό διαφορά: σήμερα δεν έχει απέναντί της μόνον τον κακό εαυτό της. Εχει κι ένα πρόσωπο σκληρό, την Ευρωπαία Γενική Εισαγγελέα Λάουρα Κοβέσι, η χημεία της οποίας με τη σημερινή κυβέρνηση μόνο προβληματική μπορεί να χαρακτηριστεί
Ελευθερία Κόλλια
1 Ιουλίου 2025, 16:15
Ποιος διαφωνεί ότι πρόκειται για πάλη; Τούτη εδώ η υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ
συνιστά πάλη της ανομίας με την ορθολογική διαχείριση. Της πολιτικής
διαφάνειας με τις συμφωνίες «κάτω από το τραπέζι». Του συντεταγμένου
κράτους με τα πελατειακά κατάλοιπα της Τουρκοκρατίας. Η Ευρωπαϊκή
Εισαγγελία προσφέρει άφθονα στοιχεία, σε σειρά δικογραφιών, όχι μόνον
αυτή για τα πολιτικά πρόσωπα που έφθασε στη Βουλή, για το πώς ένας
Οργανισμός Πληρωμών μπορεί να μετατραπεί σε θερμοκήπιο διαχρονικών
αμαρτημάτων.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η χώρα πολεμάει τις δυνάμεις διάβρωσής της.
Με μια ειδοποιό διαφορά: σήμερα δεν έχει απέναντί της μόνον τον κακό
εαυτό της. Εχει κι ένα πρόσωπο σκληρό, την Ευρωπαία Γενική Εισαγγελέα
Λάουρα Κοβέσι, η χημεία της οποίας με τη σημερινή κυβέρνηση μόνο
προβληματική μπορεί να χαρακτηριστεί.
Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία δεν έχει να φοβηθεί τίποτε. Η εκ Ρουμανίας Κοβέσι
θα παραμείνει στο γραφείο της, στο νούμερο 11 της λεωφόρου Τζον
Κένεντι, στο Λουξεμβούργο, ως το 2027. Οσο για τους έλληνες
εντεταλμένους ευρωπαίους εισαγγελείς; Εχουν κάθε δικαίωμα να νιώθουν
ασφαλείς. Ουδείς έχει τη δύναμη να τους αφαιρέσει τη δικογραφία από τα
χέρια, ενώ απολαμβάνουν πλήρη ελευθερία κατά την άσκηση του
λειτουργήματός τους. Και αν κάποιος αποφασίσει να κινηθεί νομικά
εναντίον τους, θα βρεθεί μπροστά στο τείχος της προστασίας –και με
οικονομική θωράκιση– που δικαιούνται από την υπηρεσία τους, στον αγώνα
τους κατά της διασπάθισης του ευρωπαϊκού χρήματος.
Αυτή που έχει ανάγκη και φοβάται είναι η χώρα. Γιατί είναι η μόνη με την
πλάτη στον τοίχο, κοιτάζοντας μια τον καθρέφτη και μια τη δύσκολη
πολιτική, εγχώρια (δείτε τις δημοσκοπήσεις) και διεθνή (σοκαριστική από
πολλές πλευρές) συγκυρία. Εχοντας αφήσει –με κόπο, αλλά για τα καλά–
πίσω της μια δεκαετία διασυρμού ως προς τα οικονομικά πεπραγμένα της,
υποχρεούται τώρα να διαλύσει ένα ντόμινο διαφθοράς, με την εμπλοκή –θα
δούμε αν η εμπλοκή γίνει και ποινική ευθύνη– κατά κύριο λόγο
κυβερνητικών στελεχών.
Η τελευταία αυτή παράμετρος δεν οφείλεται ασφαλώς στο άμωμο, αμόλυντο
και καθαγιασμένο χώμα που πατούν τα άλλα κόμματα – ποιο κόμμα που έχει
κυβερνήσει αυτόν τον τόπο δεν διαθέτει καταδικασθέντες πολιτικούς σε
υποθέσεις που αγγίζουν τη δημόσια σφαίρα… Αλλά στο γεγονός ότι αυτή
είχε, την περίοδο που βρίσκεται στο μικροσκόπιο, την πολιτική δύναμη: το
νέκταρ και την αμβροσία που χαρίζει μακροημέρευση στον Ολυμπο της
εξουσίας.
Θέλει – δε θέλει η πολιτική σκηνή, η έρευνα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας
έχει αφετηρία την Οδηγία PIF του 2017, συγκεκριμένα την ευρωπαϊκή Οδηγία
2017/1371, η οποία αφορά την καταπολέμηση της απάτης εις βάρος των
οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Τα όσα συνέβησαν πριν από
το 2019 προφανώς και δεν την ενδιαφέρουν, ως προς τα πολιτικά πρόσωπα,
καθώς έχουν περάσει ήδη στο σύμπαν της παραγραφής. Από το 2019 και μετά,
όμως, κυβέρνηση ήταν και είναι αυτή της Νέας Δημοκρατίας, ως εκ τούτου
ολόδική της η καυτή πατάτα του ΟΠΕΚΕΠΕ.
Η οποία και θα παραμείνει στα χέρια της πλειοψηφίας καιρό ακόμη. Διότι η
έρευνα δεν έχει τελειώσει, στοιχείο που καθιστά ρευστή την έκβασή της.
Είναι ενδεικτικό –σύμφωνα πάντα με έγκυρες πηγές– το παράδειγμα των
συνομιλιών που έχουν στα χέρια τους οι έλληνες εντεταλμένοι ευρωπαίοι
εισαγγελείς, με πρωταγωνιστές βουλευτές (και όχι μόνο της ΝΔ). Οι
συνομιλίες από μόνες τους δεν συνιστούν ασφαλώς αξιόποινες πράξεις, αν
όμως αποκτήσουν ποινική απαξία, με βάση την κρίση των αρχών, είναι
ανοικτό το ενδεχόμενο του να απευθύνει η Κοβέσι αιτιολογημένο αίτημα
άρσης της ασυλίας των συγκεκριμένων βουλευτών. Σε κάθε περίπτωση, η
αξιολόγηση είναι δύσκολη, οι συνομιλίες είναι ασφαλώς ένα πρώτο υλικό,
αλλά όχι πάντα ικανό και επαρκές για την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων.
Το Protagon είναι σε θέση να γνωρίζει ότι η έρευνα συνεχίζεται σε όλα
ανεξαιρέτως τα επίπεδα: και ως προς τους παραγωγούς και τους υπαλλήλους
του ΟΠΕΚΕΠΕ (ερευνώνται τα αδικήματα της απάτης, της συμμετοχής στην
απάτη, της δωροδοκίας, καθώς και της εγκληματικής οργάνωσης), και ως
προς τα μη πολιτικά πρόσωπα-ιδιώτες (ερευνώνται τυχόν εγκληματική
οργάνωση και απιστία).
Η επαλήθευση των καταγγελιών θα φέρει τις όποιες εξελίξεις και ο δρόμος
είναι μακρύς ακόμη. Το πρόβλημα για τη δημόσια ζωή είναι ότι τα νομικά
δεν προσφέρονται πάντα για εύηχες πολιτικές αναγνώσεις.
Στην υπόθεση της σιδηροδρομικής τραγωδίας στα Τέμπη, και την έρευνα για
τη σύμβαση 717, η τοποθέτηση –με περίσσευμα λαϊκισμού, είναι η αλήθεια–
της Κοβέσι πάνω στο μείζον θέμα της υπουργικής ασυλίας και του άρθρου 86
του Συντάγματος μετατράπηκε σε ηχείο πολλών ντεσιμπέλ. Πίστευε και το
έλεγε ξεκάθαρα ότι η Ελλάδα ήθελε να «πνίξει» την υπόθεση, ενισχύοντας
στρεβλά την εντύπωση ότι η Ελλάδα διατηρεί προνομιακό καθεστώς ποινικής
ευθύνης των υπουργών, ξεχνώντας ότι παρόμοιοι κανόνες ισχύουν σε πλείστα
όσα κράτη-μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Στην περίπτωση του ΟΠΕΚΕΠΕ, επαναδιατύπωσε εμμέσως πλην σαφώς τη θέση
της. Η ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας αναγνωρίζει την υποχρέωση
διαβίβασης της δικογραφίας στη Βουλή (αφού προσέκρουσε στον Λ. Αυγενάκη
και τον Μ. Βορίδη), κρίνει ωστόσο ότι αυτό «περιορίζει την αρμοδιότητα
της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, κατά παράβαση του κανονισμού της». Τονίζει,
δε, ότι «καθώς πρόκειται για ζήτημα συμβατότητας μεταξύ του δικαίου της
ΕΕ και του εθνικού δικαίου, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία έχει ήδη αναφέρει το
θέμα αυτό στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή».
Είναι σαφής ο καημός της Κοβέσι. Η χώρα όμως δοκιμάζεται, κι αυτό είναι
που έχει τώρα σημασία. Θα πρέπει να το λάβει υπόψη κι εκείνη, καθώς
είναι σε εξέλιξη οι κρίσιμες έρευνες για τον ΟΠΕΚΕΠΕ και τη διασυνοριακή
υπόθεση των τελωνείων – με πολλές «ουρές» που ενδέχεται να προκαλέσουν
θόρυβο.
Εξάλλου, οι έρευνες αυτές δεν έχουν ακραιφνώς ευρωπαϊκή υπογραφή. Είναι
μύθος η «κακή» Ελλάδα και η «καλή» Ευρώπη. Αυτοί που ξέρουν, τονίζουν
ότι δεν υπάρχει πλησιέστερος συνεργάτης των ελλήνων εντεταλμένων
ευρωπαίων εισαγγελέων από την ΕΛ.ΑΣ. Τόσο η Υπηρεσία Εσωτερικών
Υποθέσεων (ποιος έκανε τις επισυνδέσεις;), όσο και η Διεύθυνση
Εγκληματολογικών Ερευνών προσέφερε κατά κοινή ομολογία καθοριστική
βοήθεια. Και το σημαντικότερο: χωρίς διαρροές, καθ’ όλη τη διάρκεια της
έρευνας, κάτι που θα μπορούσε κάλλιστα να την υπονομεύσει.
Τους έλληνες εντεταλμένους ευρωπαίους εισαγγελείς έχουν συνδράμει, δε,
άπειρες φορές, και λειτουργοί της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών –τώρα,
αλλά και παλαιότερα. Δεν φείδονται δυνάμεων, αφού οι υποθέσεις είναι
πολυδαίδαλες και ο χρόνος ποτέ αρκετός.
Ισως ισχύει κι εδώ αυτό που έχει πει σοφά ο Θερβάντες μέσα από τον «Δον
Κιχώτη» του. «Τα γεγονότα, αγαπητέ μου Σάντσο, είναι οι εχθροί της
αλήθειας».
Δεν υπάρχουν σχόλια