Τη στιγμή που ο πρωθυπουργός προτίθεται να ανακοινώσει μέτρα για την αντιμετώπιση του στεγαστικού προβλήματος, χιλιάδες άνθρωποι με «κόκκινα» δάνεια κινδυνεύουν να μείνουν στο δρόμο.
Με τον φόβο της έξωσης θα περάσουν τις γιορτινές μέρες χιλιάδες δανειολήπτες, ταδάνεια των οποίων έχουν «κοκκινήσει» και «περάσει» σε fund. Ανάμεσά τους, άνθρωποι που έχασαν την εργασία τους σταχρόνια της κρίσηςή τους χτύπησε η αρρώστια. Άνθρωποι, που μέχρι εκείνη τη δύσκολη ώρα πλήρωναν κανονικά τη δόση του δανείου και δεν χρωστούσαν πουθενά.
«Ούτε πιστωτική κάρτα δεν είχα βγάλει. Δεν ήθελα να χρωστάω σε κανέναν», μας λέει με παράπονο ο Κώστας που παραλίγο να βρεθεί στο δρόμο, μαζί με την οικογένειά του, την περασμένη εβδομάδα. Ηέξωσηαπετράπη προσωρινά, μετά από κινητοποίηση και αλληλεγγύη άλλων εργαζομένων, σωματείων και της γειτονιάς.
Συναντηθήκαμε σε ένα καφέ στο κέντρο της Αθήνας μέσω του Γιώργου Τάτση, περιφερειακού συμβούλου Αττικής με τη Λαϊκή Συσπείρωση και της Κατερίνας Γεράκη, επίσης περιφερειακή σύμβουλος με την ίδια παράταξη και δικηγόρος. Και οι δύο, μαζί με ολόκληρη ομάδα της Επιτροπής κατά των Πλειστηριασμών του ΠΑΜΕ, «τρέχουν» καθημερινά δεκάδες περιπτώσεις, προσπαθώντας να βοηθήσουν τους ανθρώπους να μη χάσουν το σπίτι τους. Τα τηλέφωνά τους χτυπούσαν ανά πεντάλεπτο. «Συγνώμη γι’ αυτό, αλλά δεν μπορείτε να φανταστείτε τι γίνεται. Όλοι αυτοί που με καλούν είναι άνθρωποι που τους ενημέρωσαν ότι θα βγάλουν το σπίτι τους σεπλειστηριασμό. Και μιλάμε για πρώτη κατοικία», λέει ο κ. Τάτσης, με την κυρία Γεράκη να συμπληρώνει: «Υπάρχει κόσμος που ακόμη πιστεύει πώς προστατεύεται ηπρώτη κατοικία…».
«Ήμασταν πάντοτε εντάξει»
Δίπλα στον Κώστα κάθεται η σύζυγός του. Μας συστήνεται ως Μαρία. «Δεν θέλω να εκτεθώ. Σκέφτομαι τα παιδιά μου. Αρκετά έχουν υποφέρει. Δεν θέλω να τους προσθέσω κι άλλα…», μας λέει, με τον άντρα της να την «μαλώνει»: «Δεν έχουμε να ντραπούμε για τίποτα. Ήμασταν πάντοτε εντάξει απέναντι σε όλους. Και στο κράτος. Πληρώναμε όλες μας τις υποχρεώσεις στο ακέραιο. Εμείς φταίμε που έγινε η οικονομική κρίση, που ήρθαν τα μνημόνια, που έκλεισαν οι οικοδομές, που αρρώστησα, που αρρώστησε το παιδί μας; Ένα αυτοκίνητο έχουμε κι αυτό παλιό, 23 ετών. Ούτε ταξίδια κάναμε, ούτε εστιατόρια, ούτε πολυτέλειες. Δεν μας αξίζει τέτοια αντιμετώπιση».
«Κατάλαβα ότι ήθελαν να μου πάρουν το σπίτι»
Η οικογένεια αγόρασε το σπίτι της, 99 τ.μ., στη Γλυφάδα το 2003 με δάνειο. «Είχαμε πάρει 260.000 ευρώ με δόση 1.300 ευρώ τον μήνα», αναφέρει ο Κώστας. «Είμαι μαραγκός και έβγαζα καλά λεφτά. Μπορούσαμε να το αποπληρώσουμε με άνεση, διαφορετικά δεν θα βάζαμε τέτοια δόση. Το 2012, εν μέσω κρίσης η οποία έπληξε τραγικά τις οικοδομές – δεν κουνιόταν τίποτα – έμεινα χωρίς δουλειά. Ωστόσο, είχαμε στην άκρη οικονομίες και με αυτές πληρώναμε κανονικά τη δόση του δανείου και ζούσαμε. Επειδή έβλεπαν από την τράπεζα ότι ήμασταν συνεπείς στις πληρωμές μας,μάς κάλεσαν και μάς πρότειναν να μπούμε στο ελβετικό φράγκο. Τους εμπιστευθήκαμε και το κάναμε. Μεγάλο λάθος γιατί αποδείχτηκε “φούσκα”. Από εκεί που μέχρι το 2015 είχαμε πληρώσει 160.000 ευρώ, σήμερα χρωστάμε περισσότερα από 500.000 ευρώ. Την “πατήσαμε” και εμείς και χιλιάδες κόσμος. Το 2015 προσπάθησα να κάνω ρύθμιση με την τράπεζα για να μειωθεί το ποσό της δόσης και να αυξηθεί η διάρκεια αποπληρωμής του δανείου, διότι πλέον δυσκολευόμουν στις πληρωμές. Η τράπεζα δεν το δέχτηκε. Στο μεταξύ, λόγω των δυσκολιών που αντιμετώπιζα, είχα καθυστερήσει 2-3 δόσεις. Αποτέλεσμα, το στεγαστικό μας δάνειο, της πρώτης και μοναδικής κατοικίας μας, έγινε “κόκκινο” και περιήλθε στην κατοχή fund. Το 2017 προσπάθησα να έρθω σε συνεννόηση – μέσω της τράπεζας – με την εταιρεία διαχείρισης που συνεργαζόταν με το fund για να μη μου βγάλουν το σπίτι “στο σφυρί”. Μου ζήτησαν αρχικά προκαταβολή 12.000 ευρώ για να “τα βρούμε” και να γίνει νέα ρύθμιση. Μέσα σε λιγότερο από μήνα και αφού τους ενημέρωσα ότι είχα βρει το ποσό που ζητούσαν, μου είπαν ότι η προκαταβολή είχε φθάσει στα 25.000 ευρώ. Δανείστηκα από συγγενείς και φίλους, τους ενημέρωσα ξανά, και μου είπαν ότι το ποσόν είχε ξανά διπλασιαστεί και είχε φθάσει στα 50.000 ευρώ. Δεν το έβαλα κάτω παρότι μέσα μου ήξερα πια ότι με κορόιδευαν και ήθελαν να μου “φάνε” το σπίτι. Συνεννοήθηκα με τον αδελφό μου ο οποίος είχε ένα χωραφάκι και μου είπε: “Θα το πουλήσω και θα σου δώσω τα λεφτά. Το σπίτι δεν θα το χάσεις”. Ήρθα ξανά σε επικοινωνία με τους υπαλλήλους της τράπεζας – με αυτούς έκανα τις συνεννοήσεις, διότι με τη διαχειρίστρια εταιρεία ήταν αδύνατη η επικοινωνία – και τους είπα ότι θα τα έχουν τα λεφτά που ζητούν. Ξέρετε τι μου είπαν; Ότι το ποσό της προκαταβολής είχε διπλασιαστεί και είχε φθάσει στα 100.000 ευρώ. Εκεί σταμάτησα… Τα κατάλαβα όλα. Ήθελαν να μου πάρουν το σπίτι. Είναι και στη Γλυφάδα… Οι τιμές έχουν πάρει τη πάνω βόλτα».
Με εγκεφαλικό ο πατέρας, με καρκίνο το παιδί
Η μοίρα επιφύλασσε κι άλλες δυσάρεστες εκπλήξεις για την τρίτεκνη οικογένεια. Το ένα τους παιδί το «χτυπά» ο καρκίνος – δύο φορές μέσα σε μία τριετία – και ο Κώστας, ο πατέρας, υπέστη το Απρίλιο του 2023 σοβαρό εγκεφαλικό επεισόδιο. Έμεινε για μεγάλο χρονικό διάστημα στο Νοσοκομείο. Στο μεταξύ, οι νομικές ενέργειες «έτρεχαν». «Το παιδί μου και η σύζυγός μου βρίσκονταν για μήνες στο Νοσοκομείο, και εγώ μετά τη νοσηλεία μου, γύρισα στο σπίτι, σε κακή κατάσταση. Ένα μεσημέρι χτυπά το τηλέφωνο. Ήταν η δικηγόρος που με ενημέρωνε ότι την επομένη θα γίνει ο πλειστηριασμός. Δεν θυμάμαι αν μας είχε επιδοθεί και κάποιο χαρτί. Ήμασταν τόσο στεναχωρημένοι και απογοητευμένοι με όλα αυτά που μας είχαν συμβεί, που δεν υπήρχε μυαλό για τίποτα».
Μολονότι η οικογένεια δικαιούνταν πιστοποιητικό ευαλωτότητας (λόγω προβλημάτων υγείας), εντούτοις δεν το πήρε επειδή η αξία του σπιτιού υπερέβαινε κατά 10.000 ευρώ το ποσόν που όριζε τότε ο νόμος.
Ο πλειστηριασμός του σπιτιού έγινε στις 5 Ιουλίου 2023. Το σπίτι τους στη Γλυφάδα πέρασε στη συνεργαζόμενη με το fund εταιρεία real estate, ξένων συμφερόντων, και δύο χρόνια μετά, τον περασμένο Ιούνιο, έγινε η πρώτη προσπάθειαέξωσηςτης οικογένειας, η οποία αποτράπηκε μετά από μεγάλη κινητοποίηση. Ακολούθησε δεύτερη προσπάθεια έξωσης, στις 12 Νοεμβρίου 2025, η οποία αποτράπηκε κατά τον ίδιο τρόπο.
«Θα κάνουμε Χριστούγεννα με το φόβο της πόρτας»
«Ζούμε με το φόβο, μη γυρίσουμε μια μέρα στο σπίτι και βρούμε την πόρτα σπασμένη και τα πράγματά μας έξω. Θα κάνουμε Χριστούγεννα με το φόβο της πόρτας», μας λέει ο Κώστας, ο οποίος προσθέτει ότι σήμερα, αν είχε στην κατοχή του το σπίτι, θα μπορούσε να πάρει πιστοποιητικό ευαλωτότητας.
Όλο αυτό το διάστημα η οικογένεια προσπαθεί να ξαναβρεί τα πατήματά της. Ο Κώστας εργάζεται ξανά – όχι τόσο σκληρά όσο πριν λόγω των προβλημάτων υγείας, και παλεύει να έρθει σε συνεννόηση με τη διαχειρίστρια εταιρεία, προκειμένου να βρεθεί τρόπος να ακυρωθεί ο πλειστηριασμός και να πουλήσει ο ίδιος το σπίτι τους. Κατ’ αυτόν τον τρόπο θα ξεχρεώσει και θα καταφέρει να νοικιάσει ένα μικρό, οικονομικό σπίτι.
«Σου παίρνουν τη ζωή»
«Αυτό που δεν έχει καταλάβει ο κόσμος είναι ότι ακόμη κι όταν χάνει κάποιος το σπίτι του, συνεχίζει να χρωστάει. Κατ’ αυτόν τον τρόπο σού παίρνουν τη ζωή. Δεν μπορείς να πάρεις δάνειο για να αγοράσεις άλλο σπίτι, δεν μπορείς να κληρονομήσεις, δεν μπορείς να πάρεις εφάπαξ απ’ το Ταμείο σου. Οι άνθρωποι είναι όμηροι των τραπεζών και των fund για πάντα. Οι πλειστηριασμοί της πρώτης κατοικίας πρέπει να απαγορευτούν και να γίνονται ρυθμίσεις με διαγραφή τόκων και με βάση το εισόδημα των ανθρώπων», εξηγεί ο κ. Τάτσης.
Το δάνειο δόθηκε σε fund παρότι δεν ήταν «κόκκινο»
Με το ένα πόδι έξω από το σπίτι της βρίσκεται η Κρίστι Γεωργιοπούλου, η οποία ζει με τον 17χρονο γιο της στο Περιστέρι.
Το 2007 πήρε δάνειο 130.000 ευρώ για την αγορά του σπιτιού της. «Η δόση που είχαμε κανονίσει να δίνουμε τον μήνα ήταν 1.000 ευρώ. Μπορούσαμε να ανταπεξέλθουμε. Και εγώ εργαζόμουν και ο πατέρας μου έπαιρνε σύνταξη. Με το που έμπαινε η σύνταξή του, πήγαινε στο δάνειο».
Η κυρία Γεωργιοπούλου ανταποκρινόταν στις υποχρεώσεις της και στα δύσκολα χρόνια που ακολούθησαν. Όταν «έφυγε» ο πατέρας της, αποφάσισε να μπει στον «νόμο Κατσέλη». Συνέχισε να πληρώνει στην ώρα της το ποσό των 300 ευρώ που επιδίκασε το δικαστήριο. Τότε, υπάλληλοι της τράπεζας από την οποία είχε πάρει το δάνειο, της πρότεινε να βγει από τον «νόμο Κατσέλη» και να επιστρέψει στην τράπεζα καταβάλλοντας το ίδιο ποσόν των 300 ευρώ.
«Έδειξα τα χαρτιά που μου έδωσε η τράπεζα και σε δικηγόρο, ο οποίος μου είπε ότι η πρόταση είναι καλή, και δυστυχώς συμφώνησα. Ενώ πλήρωνα κανονικά, το 2020 μου ήρθε ένα χαρτί από μία εταιρεία διαχείρισης δανείων, ενημερώνοντάς με ότι είμαι “κόκκινη”. Πήγα τρέχοντας στην τράπεζα όπου οι υπάλληλοι με διαβεβαίωσαν ότι το δάνειό μου δεν είναι “κόκκινο”, και ότι πήγε στην εταιρεία διαχείρισης διότι βρισκόταν στην ίδια σειρά με “κόκκινα” δάνεια. Στο ερώτημά μου γιατί δεν ενημερώθηκα, μού απάντησαν ότι κάποιος υπάλληλος θα τηλεφώνησε, αλλά δεν με βρήκε. Αυτή ήταν η απάντηση της τράπεζας», είπε.
Σύμφωνα με τη δικηγόρο Κατερίνα Γεράκη, δεν είναι υποχρεωτικό εκ του νόμου η τράπεζα να παραχωρεί σε εταιρείες μόνο τα «κόκκινα» δάνεια. «Μπορεί να δώσει όποια δάνεια θέλει», εξηγεί.
Η Κρίστι Γεωργιοπούλου
Η εταιρεία «έσπασε» το δάνειο
Η διαχειρίστρια εταιρεία έσπασε το δάνειο της Κρίστι Γεωργιοπούλου στα δύο, και μόνο για το ένα τής έβγαλε να πληρώνει μηνιαία δόση ύψους 478 ευρώ, διαβεβαιώνοντάς της ότι όταν γίνει νέος διακανονισμός θα «φέρουν και το δεύτερο στα ίσα του». Ωστόσο, κατάλαβε πολύ αργότερα, ότι σε αυτό το «δεύτερο δάνειο» γινόταν ανατοκισμός.
Εκπρόσωποι της διαχειρίστριας εταιρείας την κάλεσαν μετά από οκτώ – εννέα μήνες για να κάνουν νέα ρύθμιση ζητώντας ως προκαταβολή το ποσόν των 4.000 ευρώ. «Μέσα σε τέσσερις μέρες τους τηλεφώνησα και τους είπα ότι έχω τα λεφτά για προχωρήσουμε στη ρύθμιση. Ξαφνικά, οι 4.000 έγιναν 12.000 ευρώ, μετρητά. Τούς είπα ότι δεν έχω τόσα χρήματα και ζήτησα να μου κάνουν δόσεις. Αρνήθηκαν και μου έστειλαν χαρτί ότι θα γίνει πλειστηριασμός. Έκανα εξωδικαστικό, η διαχειρίστρια εταιρεία τον απέρριψε, ισχυριζόμενη ότι είχαμε κάνει συμφωνία και την αθέτησα. Εγώ όμως, όλο αυτό το διάστημα συνέχιζα να πληρώνω».
Τρεις μέρες πριν τον πλειστηριασμό, η κυρία Γεωργιοπούλου δέχθηκε κλήση από τη διαχειρίστρια εταιρεία, ενημέρωνοντάς τη για τη διαδικασία.
«Τρελάθηκα. Πήγα στην εταιρεία και τους ρώτησα τι χρειάζεται. Μου είπαν ότι για να γίνει αναστολή του πλειστηριασμού πρέπει να είναι σοβαρό το ποσόν. Μου ζήτησαν 26.000 ευρώ αν… το δεχόταν το fund με το οποίο συνεργάζεται. Όταν άκουσα αυτό το ποσόν ξεροκατάπια. Τους είπα: “Δεν έχω τόσα λεφτά. Πώς θα τα βρω; ”. Και ξέρετε τι μου απάντησαν; “Άλλοι πουλάνε. Πουλήστε κι εσείς”. Το μόνο που μπόρεσα να τους πω είναι ότι γνωρίζουν καλύτερα απ’ τον καθένα την περιουσιακή μου κατάσταση. Άρα ξέρουν ότι δεν έχω κάτι να πουλήσω. Μου είπαν να τους καλέσω σε δύο μέρες μήπως βρίσκαμε κάποια λύση. Τους καλούσε η δικηγόρος μου όλη μέρα και δεν το σήκωναν».
Ο πλειστηριασμός έγινε μία Τετάρτη και το σπίτι στο Περιστέρι κατακυρώθηκε σε εταιρεία real estate, ξένων συμφερόντων, που συνεργάζεται με το fund και αυτό με τη σειρά του με την εταιρεία διαχείρισης δανείων. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο πλειστηριασμός ξεκινούσε με το ποσόν των 79.300 ευρώ και κατακυρώθηκε στα 79.301 ευρώ.
«Με περίμεναν 2 περιπολικά και 3 μηχανές»
Λίγο καιρό μετά την ειδοποίησαν για την έξωση. «Ήμουν στη δουλειά και χτύπησε το τηλέφωνο. Με έψαχναν από την αστυνομία. Μού είπαν ότι έχει πάει δικαστικός κλητήρας στο σπίτι, έχει μπει μέσα – είχαν σπάσει την κλειδαριά – και πρέπει να πάω. Άρχισα να τρέχω. Το παιδί μου ήταν στο σχολείο και στο σπίτι ήταν ο σκύλος μου. Όταν έφθασα στο σπίτι, ήταν πολύς κόσμος εκεί. Ήταν ο δικαστικός κλητήρας, ο κλειδαράς, ένας άλλος κύριος που ήταν μαζί με τον κλητήρα, δύο περιπολικά και τρεις μηχανές της αστυνομίας. Λες και είμαι εγκληματίας. Μου είπαν να πάρω δύο πράγματα και το σκύλο μου, να βγω, και όταν ολοκληρωθεί η διαδικασία να έρθουν να μου αλλάξουν την κλειδαριά και να ξαναμπώ. Ευτυχώς, οι άνθρωποι που είχαν συγκεντρωθεί έξω από το σπίτι μου, κυρίως από το ΚΚΕ και την Επιτροπή κατά των Πλειστηριασμών, τους οποίους κάλεσα ενώ ήμουν καθ’ οδόν, με στήριξαν. Μπήκα στο σπίτι, έκατσα κάτω και τότε ακούω τον δικαστικό κλητήρα να λέει ότι θα φωνάξει την αστυνομία να ανέβει πάνω. Άρχισα να τρέμω. Μόλις έκατσα στον καναπέ έβαλα τα κλάματα. Σαν να ξέσπασα. Η αστυνομία και ο δικαστικός κλητήρας έφυγαν και δεν ξαναήρθαν. Το πρώτο βράδυ βάλαμε συρταριέρα πίσω από την πόρτα για να κοιμηθούμε. Και όλο αυτό το περνάει μαζί μου και ένα παιδί 17 χρονών. Ο γιος μου, ο οποίος μεγάλωσε απότομα σε έναν χρόνο. Από τότε είμαστε μέσα».
Δύο μέρες μετά, πήγε με ανθρώπους της Επιτροπής κατά των Πλειστηριασμών στη διαχειρίστρια εταιρεία. Τα μέλη της Επιτροπής υπενθύμισαν στους αρμόδιους τη δέσμευσή τους ότι δεν θα γίνει έξωση της οικογένειας έως ότου συζητήσουν το ενδεχόμενο επαναπόκτησης του ακινήτου. «Ουδείς από την εταιρεία αρνήθηκε ότι είχε γίνει αυτή η συνεννόηση», πρόσθεσε ο κ. Τάτσης.
Σήμερα, η διαχειρίστρια εταιρεία ζητεί από την οικογένεια 100.000 ευρώ για να μπορέσει να πάρει πίσω το σπίτι της, και να συνεχίσει να αποπληρώνει το δάνειο.
Κάθε εβδομάδα γίνονται 1.300 πλειστηριασμοί
Οι παραπάνω περιπτώσεις είναι δύο από τις χιλιάδες που κινδυνεύουν ή έχουν ήδη χάσει το σπίτι τους, εξαιτίας οικονομικών δυσκολιών και σοβαρών προσωπικών προβλημάτων. Κυρίως, όμως, λόγω της έλλειψης βούλησης από την Πολιτεία να οριοθετήσει το πλαίσιο προστασίας των ευάλωτων πληθυσμών.
Σύμφωνα με στοιχεία της Επιτροπής κατά των Πλειστηριασμών, περίπου 200.000 δανειολήπτες έχουν υπαχθεί στο «νόμο Κατσέλη». Κάθε εβδομάδα γίνονται περί τους 1.300 πλειστηριασμούς, πολλοί εκ των οποίων αφορούν πρώτη κατοικία.
Δεν υπάρχουν σχόλια